- ζωολατρία
- ηλατρεία των ζώων: Πολλά στοιχεία ζωολατρίας υπάρχουν στη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ζωολατρία — Θρησκευτικός όρος που αναφέρεται στη θεοποίηση των ζώων και στην απόδοση λατρείας σε αυτά, που οφείλεται είτε στην εξαιρετική τους δύναμη είτε στην υπεροχή τους ως προς κάποια ιδιότητα έναντι του ανθρώπου. Ο πρωτόγονος άνθρωπος, έχοντας διακρίνει … Dictionary of Greek
ζω(ο)- — (I) (AM ζω[ο] ) α συνθετικό λέξεων που δηλώνει ότι το β συνθετικό α) αναφέρεται στη ζωή ή έχει σχέση με τη ζωή («ζωοπάροχος», «ζωοπλάσσω») β) αναδίδει ζωή ή ζωτικότητα («ζωομύριστος», «ζωπυρίς»). [ΕΤΥΜΟΛ. Στην Αρχαία Ελληνική ζω(ο) (Ι) είναι τ.… … Dictionary of Greek
ζωολατρικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη ζωολατρία ή στον ζωολάτρη («ζωολατρικές θρησκείες»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ζωολατρία. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν Λεξικόν τών Μ. Γ. Σχινά και Ι. Ν. Λεβαδέως] … Dictionary of Greek
ζωοθεϊσμός — ο ζωολατρία*. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zootheism < zoo (πρβλ. ζω(ο) [II]*) + theism (πρβλ. θεϊσμός)] … Dictionary of Greek